Λίγο πριν αρχίσει μια ιστορική σεζόν για το Τριφύλλι, ο Βασίλης Σαμπράκος γράφει για τη στάση των φίλων του Παναθηναϊκού, η οποία θα καθορίσει την αγωνιστική μοίρα
της αγαπημένης τους ομάδας στην πιο δύσκολη στιγμή στη σύγχρονη ιστορία του συλλόγου.
Δεν μου έχει ξανασυμβεί στη διάρκεια των περίπου 35 ετών που θυμάμαι, παρακολουθώ και καταλαβαίνω το ελληνικό ποδόσφαιρο να φτάνει η στιγμή της σέντρας του πρωταθλήματος και όχι μόνο να μην έχω δει αλλά να μην ξέρω καν τον Παναθηναϊκό που θα συναντήσω στην πρεμιέρα. Στα χρόνια που δεν καλύπτονταν τηλεοπτικά τα φιλικά παιχνίδια, δηλαδή στα παιδικά μου χρόνια, γνώριζα με λεπτομέρεια τα βιογραφικά στοιχεία των ποδοσφαιριστών που είχε αποκτήσει στη θερινή μεταγραφική περίοδο και κάπως έτσι είχα φανταστεί την αρχική ενδεκάδα του, είχα φτιάξει ενδεκάδα στην άμμο. Αυτό που σήμερα συμβαίνει, να μην έχω εικόνα για ποδοσφαιριστές επειδή αυτοί δεν έχουν προηγούμενες παραστάσεις σε υψηλό επίπεδο, και να μην γνωρίζω τον σέντερ φορ του επειδή δεν τον έχει αποκτήσει ακόμη, και, ποιος ξέρει, ίσως να μην τον αποκτήσει ποτέ, δεν είναι απλώς μια ασυνήθιστη συνθήκη για τον Παναθηναϊκό· είναι κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί στη σύγχρονη ιστορία του. Ναι, υπό διαφορετικές συνθήκες όλο αυτό θα ήταν αρκετό για να προκαλέσει σοκ στην κοινωνία των οπαδών του. Τώρα όχι απλώς δεν προκαλεί σοκ· δεν προκαλεί ούτε την περιέργειά τους. Μέσα σε πολύ σύντομο χρόνο, μερικών μηνών, η πλατιά μάζα των φίλων του Παναθηναϊκού εξοικειώθηκε με την ιδέα ότι δεν υπάρχουν ούτε λεφτά ούτε κάποιος με διάθεση να βάλει για να διοικήσει και είτε υπομένουν στωικά το μαρτύριο με την ελπίδα ότι θα εμφανιστεί κάποια στιγμή ο επόμενος είτε έχουν πλήρως αδιαφορήσει. Η αίσθηση που μου δημιούργησε η θερινή συναναστροφή με φίλους του Παναθηναϊκού είναι ότι αυτοί χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στους μεγαλύτερης ηλικίας, οι οποίοι παρακολουθούν από απόσταση, πικραμένοι, την εξέλιξη και δεν χάνουν την επαφή, και στους μικρότερης ηλικίας, οι οποίοι απλώς παύουν να ασχολούνται με το ποδόσφαιρο, ή τουλάχιστον με το ελληνικό ποδόσφαιρο, μέχρι νεωτέρας.
Πιθανόν όλη αυτή η σιωπή που δημιουργούν με τη στάση τους οι φίλοι του Παναθηναϊκού να είναι ευνοϊκή συνθήκη για τον Γιώργο Δώνη και τον Νίκο Νταμπίζα, διότι τους εξασφάλισε μια φαινομενική ηρεμία για να δουλέψουν αρχικά στη συναρμολόγηση του ρόστερ και εν συνεχεία στην εκπαίδευση της ομάδας που επιχειρούν να δημιουργήσουν. Μέχρι εδώ η ησυχία πιθανόν να έκανε καλό. Ομως τώρα ο Παναθηναϊκός έχει ανάγκη την παρουσία του κόσμου του. Δυσκολεύεσαι πολύ να δεις πώς μπορεί να συμβεί μια τόσο νεανική ομάδα να πάρει στην αρχή την φόρα που της είναι αναγκαία. Αν μου έλεγες ότι ο Παναθηναϊκός θα εκμεταλλευτεί το – βάσει ιστορικών αναφορών – βατό πρόγραμμα των πρώτων πέντε αγωνιστικών και θα βάλει νίκες στη σειρά, θα σου έλεγα ότι αυτή θα εξελιχθεί σε μια πολύ ενδιαφέρουσα έκδοση του Τριφυλλιού και θα δικαιώσει σε σημαντικό βαθμό την προσδοκία του Δώνη, αυτό το “ο Παναθηναϊκός θα γίνει όπως τον ονειρευόμαστε”, που είπε μετά το φιλικό με τον Λεβαδειακό. Πώς όμως να το καταφέρει αυτό ένας τόσο νεανικός και – κυρίως αυτό – άπειρος Παναθηναϊκός αν αυτά τα παιδιά δεν παίξουν με τη Λαμία και τον Λεβαδειακό μπροστά σε 20 χιλιάδες θεατές που θα τους παροτρύνουν, θα τους εμψυχώνουν και θα τους χειροκροτούν σε στιγμές δοκιμασίας; Αν μου έλεγες ότι ο Παναθηναϊκός θα έχει σε κάθε εντός έδρας παιχνίδι του περισσότερους από 20 χιλιάδες φίλους του που θα χειροκροτούν, θα σου έλεγα ότι αυτή είναι συνθήκη για να εκκολαφτεί μια νέα έκδοση ικανή για πρωταθλητισμό στο μέλλον. Αλλά πώς να μου πεις ότι θα έχει 20 χιλιάδες φίλους του κοντά όταν ο Παναθηναϊκός δεν έχει κατορθώσει καν να κυκλοφορήσει εισιτήρια διαρκείας επειδή συνέβη το ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ και δεν θα χρησιμοποιήσει την φυσική του έδρα, το γήπεδο της λεωφόρου Αλεξάνδρας;
Η σημερινή κατάσταση που ζει ο Παναθηναϊκός μοιάζει αρκετά, έως πολύ, με εκείνη που έζησε η ΑΕΚ πριν από έξι χρόνια. Εκείνη η ΑΕΚ πλήρωσε, εκτός των άλλων, πολύ ακριβά την αφέλειά της να πιστέψει ότι θα ήταν εύκολο να κάνει μια συμβατική πορεία παραμονής στη μέση του βαθμολογικού πίνακα. Και υποβιβάστηκε. Ο σημερινός Παναθηναϊκός, και αναφέρομαι στην κοινωνία των φίλων του και όχι σε αυτούς που ηγούνται, δεν μπορεί να ζει με αυτή την αφέλεια, διότι έχει δει, και συνεπώς θα πρέπει να έχει διδαχθεί από το ιστορικό πάθημα της ΑΕΚ. Είναι πολλά τα συγκριτικά πλεονεκτήματα του σημερινού Παναθηναϊκού έναντι της ΑΕΚ 2012-’13. Εκείνος όμως φρόντισε προτού αρχίσει η σεζόν να απολέσει μόνος του ένα από τα βασικότερα, αν όχι το βασικότερο: εξουδετέρωσε την δύναμη της έδρας του, και πάει να παίξει στο ΟΑΚΑ με την ησυχία του νεκροταφείου. Αδιανόητο.
Κατανοώ, συμμερίζομαι, ακούω και δέχομαι όλες τις εξηγήσεις που δίνουν οι φίλοι του Παναθηναϊκού για να τεκμηριώσουν την “όχι” απάντησή τους στην “θα πηγαίνεις φέτος γήπεδο;” ερώτηση. Στους περισσότερους όμως, υπό την μορφή παιχνιδιού, την άλλαζα την ερώτηση αυτό το καλοκαίρι. “Αν σου έλεγα ότι εφόσον πηγαίνεις στο γήπεδο αυτή η ομάδα θα σταθεί με αξιοπρέπεια και δεν θα κινδυνεύσει, ενώ αν δεν πας θα υποβιβαστεί, θα πήγαινες;”. Τα “ναι” ήταν πολύ περισσότερα συγκριτικά με αυτά που εισέπραξα από τους ίδιους ανθρώπους στην πρώτη ερώτησή μου. Κάπως έτσι, πολύ κυνικά, ο παρατηρητής καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όλη τη σεζόν, όλη την τύχη της προσπάθειας που κάνουν ο Νταμπίζας με τον Δώνη, ο Παναθηναϊκός την παίζει στις πρώτες 5-6 αγωνιστικές. Αν ξεκινήσει καλά, διαγράψει σύντομα το -6 και πάρει μια φόρα, αυτή μπορεί να αποδειχθεί ικανή να φέρει λίγο παραπάνω κόσμο στο γήπεδο και να αποτελέσει τη βάση για να στηρίξει πάνω της ο Παναθηναϊκός μια αξιοπρεπή πορεία, η οποία θα δώσει στον προπονητή τον χρόνο και την άνεση να δημιουργήσει μια νεανική ομάδα με ενδιαφέρουσα προοπτική. Αν όμως δεν ξεκινήσει καλά, η δοκιμασία για τα νεαρά παιδιά θα γίνει αφόρητη. Και η απουσία του κόσμου στο παγωμένο ΟΑΚΑ θα την κάνει αυτή τη δοκιμασία ασήκωτη. Κι αν κοντά στους απόντες εμφανιστούν και οι φασαριόζοι παρόντες, ο Παναθηναϊκός δεν έχει αγωνιστικά καμία τύχη.
Η Ελλάδα δεν είναι, και μάλλον δεν πρόκειται να γίνει ποτέ Αγγλία, με όρους ποδοσφαιρικούς. Γι’ αυτό ο Παναθηναϊκός θα ζήσει στην αρχή της σεζόν χωρίς τον κόσμο του. Και είτε θα τον συναντήσει εκ των υστέρων, όταν θα τον “αναγκάσει” με τα θετικά αποτελέσματα να επιστρέψει, είτε θα αργήσει πολύ να τον ξαναδεί.
gazzetta