Monday, 6 May, 2024

Covid-19: Η ποσότητα και η ποιότητα του νομοθετικού έργου

Επηρεάζεται η καλή νομοθέτηση από το επικείμενο-πλούσιο σε αριθμό- νομοθετικό έργο της Βουλής, εν μέσω περιορισμών λόγω κορωνοϊού;
Η πρόθεση της κυβέρνησης να αυξήσει σημαντικά τους ρυθμούς νομοθετικής παραγωγής του κοινοβουλίου το επόμενο διάστημα, εν μέσω των προσπαθειών αντιμετώπισης του Covid 19, θα συνυπάρξουν με μέτρα διασφάλισης των δημοκρατικών κοινοβουλευτικών διαδικασιών;
Το Vouliwatch θέτει ερωτήματα και αποστέλει σχετική επιστολή για τη διασφάλιση της καλής νομοθέτησης, στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, τον Υπουργό Επικρατείας, Γιώργο Γεραπετρίτη, στον Υφυπουργό στον Πρωθυπουργό, κο Γεώργιο-Χρήστο Σκέρτσο, τον Πρόεδρο της Βουλής, Κώστα Τασούλα και τον Γενικό Γραμματέα της Βουλής, Γεώργιο Μυλωνάκη.
Η πρόθεση της κυβέρνησης να ενισχύσει κατά πολύ τους ρυθμούς νομοθετικής παραγωγής το επόμενο διάστημα-το υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την ψήφιση 26 συνολικά νομοσχεδίων έως και το τέλος Ιουλίου-φέρνει τη Βουλή των Ελλήνων στο επίκεντρο των πολιτικών διεργασιών σε μία περίοδο που έχει προσαρμόσει το σύνολο των διαδικασιών και των λειτουργιών της στις ανάγκες προστασίας από τον Covid-19.
Η κυβέρνηση αιτιολόγησε την απόφασή της επικαλούμενη την ανάγκη προετοιμασίας της χώρας για τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει τόσο από την πανδημία όσο και από τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που αυτή έχει δημιουργήσει. Πρακτικά μία τέτοια προοπτική οδηγεί ουσιαστικά το κοινοβούλιο να νομοθετεί σε πολύ γρήγορους ρυθμούς, τέτοιους που το μεγαλύτερο διάστημα θα πρέπει να βρίσκονται σε διαδικασία επεξεργασίας ή ψήφισης παράλληλα δύο νομοσχέδια ανά εβδομάδα.
Η συνθήκη αυτή εγείρει άμεσα το ερώτημα του αν η προδιαγεγραμμένη ποσότητα της νομοθετικής παραγωγής του κοινοβουλίου θα μπορέσει να συνδυαστεί με την αντίστοιχη ποιότητα δημοκρατικών εγγυήσεων που αντιστοιχούν στην κοινοβουλευτική δημοκρατία της χώρας. Αυτά ενώ η Ελλάδα έχει πολύ πρόσφατα βιώσει μια πολυετή διαδικασία υποβάθμισης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας: Την περίοδο των προγραμμάτων προσαρμογής που, κατά κοινή ομολογία όλων των πολιτικών κομμάτων, έφεραν το ελληνικό κοινοβούλιο σε «δεύτερη μοίρα». Επιπλέον, πρόκειται για μια περίοδο που στην Ευρώπη η πανδημία έχει οδηγήσει σε φαινόμενα υπονόμευσης της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, με την Ουγγαρία και την απόφαση της κυβέρνησης να νομοθετεί μέσω διαταγμάτων και όχι νομοσχεδίων να έχει προκαλέσει την κριτική πολλών ευρωπαϊκών κρατών και θεσμών.
Μερικά από τα σημεία που προβληματίζουν και εγείρουν ερωτήματα είναι τα εξής:
• Η φύση των νομοσχεδίων που πρόκειται να ψηφιστούν. Όπως προκύπτει από τον προγραμματισμό που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση, δεν πρόκειται για νομοσχέδια που εύκολα θα αποσπάσουν ευρύτερες συναινέσεις, όπως παρατηρείται για παράδειγμα σε νομοσχέδια που προβλέπουν κατά βάση κύρωση κοινοτικών οδηγιών ή ρυθμίσεις που προκύπτουν από διεθνείς συμβάσεις και συμφωνίες. Αντιθέτως πρόκειται για νομοθετήματα που αναμένεται να εγείρουν σημαντικές διαφωνίες μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Άλλωστε ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωσε στη Βουλή ότι θα είναι νομοσχέδια που θα επιλύουν προβλήματα δεκαετιών. Χαρακτηριστική περίπτωση το νομοσχέδιο για το περιβάλλον που συζητείται την τρέχουσα εβδομάδα, ή το νομοσχέδιο του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη για τις διαδηλώσεις το οποίο έχει ήδη περάσει από τη διαδικασία της διαβούλευσης. Επίσης, στην ίδια κατηγορία περιλαμβάνονται το νομοσχέδιο για την πολεοδομία, το νομοθέτημα για ζητήματα πολιτισμού καθώς και του υπουργείου Δικαιοσύνης για την επιτάχυνση των διαδικασιών απόδοσης δικαιοσύνης. Τέτοιου είδους νομοθετήματα οδηγούν -κατά πάγια πρακτική- την αντιπολίτευση στην εξάντληση των δυνατοτήτων που τους παρέχει ο κανονισμός (ένσταση αντισυνταγματικότητας, ονομαστικές ψηφοφορίες κ.λ.π). Αποτελεί, λοιπόν, ένα ερώτημα του αν και κατά πόσο θα μπορούν να διεκπεραιωθούν αυτές οι διαδικασίες σε συνδυασμό με τις συνθήκες της πανδημίας.

• Η συνταγματική τάξη των συνεδριάσεων του κοινοβουλίου. Ιδίως από τη στιγμή που σύμφωνα με το άρθρο 67 του Συντάγματος προβλέπεται, αναφορικά με την αποφασιστική δυνατότητα του κοινοβουλίου, πως «η Bουλή δεν μπορεί να αποφασίσει χωρίς την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών, που όμως ποτέ δεν μπορεί να είναι μικρότερη από το ένα τέταρτο του όλου αριθμού των βουλευτών». Οι αντικειμενικές συνθήκες που υπαγορεύονται από την αναγκαιότητα αντιμετώπισης της πανδημίας δεν επιτρέπουν την ταυτόχρονη παρουσία 75 βουλευτών στην αίθουσα, αφού πρέπει να βρίσκονται εντός της ολομέλειας μόλις 25 βουλευτές. Μάλιστα ακόμη και στα πλέον αισιόδοξα σενάρια για τη χρήση της τεχνολογίας της τηλεδιάσκεψης για τη συμμετοχή των βουλευτών δεν προβλέπεται η δυνατότητα εμπλοκής περισσότερων από 60 στη νομοθετική διαδικασία.
• Ο σημερινός περιορισμένος τρόπος λειτουργίας των κοινοβουλευτικών επιτροπών που κάθε άλλο παρά ο ιδανικός είναι για την επεξεργασία των νομοσχεδίων. Θυμίζουμε ότι μέχρι στιγμής συνεδριάζουν με έναν αντιπρόσωπο από κάθε κόμμα. Αν και η «πρόβα» που έγινε στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου όπου κατέθεσαν τις απόψεις τους, μέσω τηλεδιάσκεψης, 26 εκπρόσωποι φορέων στο νομοσχέδιο για το περιβάλλον κινήθηκε σε θετική κατεύθυνση, έως στιγμής δεν έχει αποφασιστεί η συμμετοχή όλων των βουλευτών–μελών των επιτροπών έστω με την αξιοποίηση της τεχνολογίας.
• Η διαχείριση του όγκου που θα έχει να αντιμετωπίσει το σώμα της Βουλής για τη συζήτηση και επεξεργασία δύο -κατά μέσο όρο- νομοσχεδίων την εβδομάδα ενώ βρίσκονται σε ισχύ τα μέτρα και οι περιορισμοί για τον Covid-19 (παρουσία μειωμένου αριθμού Βουλευτών στην αίθουσα της Ολομέλειας και μειωμένη αντιπροσώπευση στις επιτροπές). Καθώς, σύμφωνα με τη διάσκεψη των Προέδρων, η διατήρηση ή αλλαγή των μέτρων για τον κορωνοϊό θα εξετάζεται κάθε εβδομάδα, χωρίς να έχει εξασφαλιστεί ή/και διευκρινιστεί πώς θα περνάνε τα νομοσχέδια από τις επιτροπές και τι θα γίνεται με τις ονομαστικές ψηφοφορίες, δημιουργούνται εύλογες απορίες σχετικά με την ασφαλή πορεία της νομοθετικής παραγωγής.
• Με βάση τις συνθήκες βιαστικής νομοθέτησης και του καθεστώτος πίεσης χρόνου θα παρατηρηθούν εκ νέου τα… γνωστά φαινόμενα που ταλαιπωρούν την κοινοβουλευτική λειτουργία επί δεκαετίες: σώρευση άσχετων τροπολογιών στα νομοθετήματα, ιδίως αν αυτές κατατίθενται τελευταία στιγμή καθώς και υιοθέτηση βουλευτικών τροπολογιών από τους υπουργούς που εισηγούνται τα νομοσχέδια ώστε να παρακάμπτεται η υποχρέωση της κατάθεσης έκθεσης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους; Επίσης η χρήση τροπολογιών που έχουν …μέγεθος νομοσχεδίου και είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποτιμηθούν ιδίως από τις μικρότερες κοινοβουλευτικές ομάδες. Επίσης η ‘παρείσφρηση’ ρυθμίσεων μέσα σε νομοσχέδια με νομοτεχνικές διατυπώσεις που θα μαρτυρούν άμεσα την στόχευσή τους. Προφανώς στις ειδικές συνθήκες που θα διαμορφωθούν τέτοιες πρακτικές θα δυσχεράνουν το κοινοβουλευτικό έργο.
•Το ζήτημα της διαβούλευσης. Είναι φανερό ότι ο χρόνος ανάρτησης των νομοσχεδίων στη σχετική ιστοσελίδα προκειμένου να καταγραφούν οι παρατηρήσεις, ενστάσεις και προτάσεις πολιτών και φορέων θα είναι ιδιαίτερα περιορισμένος. Ακόμη ένα στοιχείο που δεν συμβάλλει στην ορθή επεξεργασία των νομοθετημάτων.
Το Vouliwatch δεν αμφισβητεί τις εκπεφρασμένες προθέσεις του Προέδρου της Βουλής, Κωνσταντίνου Τασούλα, που πρόσφατα δήλωσε πως γνώμονας της λειτουργίας της Βουλής «θα είναι το Σύνταγμα και ο Κανονισμός της, η προστασία της υγείας των μελών της αλλά και των υπαλλήλων της, αλλά και η ύψιστη δημοκρατική ανάγκη για μια Βουλή που, ενώ λαμβάνει όλα τα μέτρα υγειονομικής προφύλαξης που ζητούνται από τους πολίτες, εξακολουθεί να λειτουργεί σεβόμενη τους κανόνες της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας».
Ούτε και τις κατά καιρούς δηλώσεις των πολιτικών κομμάτων αναφορικά με την αναγκαιότητα της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών εντός του συνταγματικού πλαισίου. Καταγράφει τη δήλωση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στην τελευταία ομιλία του στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση στη Βουλή που επισήμανε πως «καμία κρίσιμη ανάγκη δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη δημοκρατική ευαισθησία και την υποχρέωση της Κυβέρνησης να λογοδοτεί στο Κοινοβούλιο».
Καταγράφει, όμως, και τους έντονους προβληματισμούς της αντιπολίτευσης που ζητούν μεγαλύτερη συμμετοχή των βουλευτών στις διαδικασίες καθώς και πιο ομαλή διεξαγωγή των κοινοβουλευτικών λειτουργιών ώστε να «μην μείνει σε καραντίνα η δημοκρατία», όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε σε ανακοίνωση της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ.
Με δεδομένα τα παραπάνω η ομάδα του Vouliwatch θα συνεχίσει την παρακολούθηση του κοινοβουλευτικού έργου με γνώμονα την ανάγκη διαφάνειας και λογοδοσίας που αποτελεί πρωτίστως κοινωνική απαίτηση αλλά και εγγύηση της δημοκρατικής λειτουργίας.

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου